Ο «Μενέλαος » Πλήθων Γεμιστός


Ἄγγελος Σικελιανός
Ἀπὸ τὸν Πρόλογο τοῦ Πλήθωνα


Κι ἀπ᾿ τὶς κορφὲς τοῦ Ταΰγετου ποὺ ἀπὸ τὸν πάγο ἀσημολάμπουν αἰώνια,
μὲς σὲ μίαν αὔρα ἀσίγητη π᾿ ἀλαφροπνέει ἀπ᾿ τὰ λιωμένα χιόνια,
στὴν ἀστραπὴ τῆς ἄνοιξης, στῆς ἥβης τὰ χρυσόχνουδα τὰ χρόνια,
σ᾿ ἄσπρα ἄλογα τῶν Διόσκουρων τὸ ἀσύγκριτο ζευγάρι κατεβαίνει,
κι ἀνάμεσα στ᾿ ἀδέρφια της ποὺ ἀκροποδίζουν στὸ γκρεμνό, σκυμμένη,
μέσα σε πέπλο ἀθάνατο, κατηφοράει, σὰν τὸ νερό, ἡ Ἑλένη.
Μὲς στὴ ροδόφωτην αὐγή, γιὰ Σέ, Μεγαλομάτα,
τὰ σημαντήρια ἐσήμαναν, Μιστρᾶ καὶ Καλαμάτα!
Δῶσ᾿ νὰ κρατήσω ἀνθὸ ροδιᾶς στὸ δεητικό μου χέρι,
ὥρα μὲ βέβαιον ὁποῦ πᾶς φτερό, σὰν περιστέρι…

Στ᾿ ἁψιδωτὰ παράθυρα, ὥρα ἱερή, ποὺ πᾶσα
λύχνος φωτᾶς ἀπάρθενος μπροστὰ στὰ εἰκονοστάσια…
Στύλοι λιγνοί σε ἀνάλαφρες ἁψίδες, κ᾿ ἐσεῖς ἴσια,
κατάρραχα ποὺ ὑψώνεστε στὴν πέτρα, κυπαρίσσια,

Κῆπε ἀρχαγγέλων, ποὺ ἀλαφρὰ ξαφτέρουγα ἀνεμίζουν
τὶς ζωγραφιὲς ποὺ σβήσανε, γιὰ νὰ δροσολογίζουν, 10
καμπαναριό, ποὺ ἀνάγυρτος ἀνθὸς εἶναι ἡ καμπάνα

  • μέλισσα ὁ ἦχος, νὰ βογκάει στῶν μελισσιῶν τὴ μάνα –

σπαθὶ τοῦ Ταΰγετου ποὺ αἰφνίδια σβεῖς τὸν ἥλιο κι ὅλοι
δροσολογᾶνε οἱ ἴσκιοι του σὰν τοῦ ναοῦ Σου οἱ θόλοι,
ἐγὼ εἶμαι ποὺ ὀνειρεύτηκα, μὲς σὲ βραγιὲς καὶ κρίνα,
Σὲ νὰ σκιρτᾶς, Παντάνασσα, ζαρκάδα κι ἀλαφίνα!

Γύρα Σου ἀγγέλοι ὀρχούντανε, κι ὡστόσο ἐπροχωροῦσα
ὠσὰ νὰ μ᾿ ἔσερνε ἄνεμος ἐρωτικός, Ἐλεοῦσα·
καὶ διασταυρώνονταν γοργὰ -πὼς ἄκουα, λέω, τὸ θρό τους
στὸν ἴδιο ἀέρα ὑψώνοντας φτερὰ στὸ γυρισμό τους! 20

Μὲς στ᾿ αὐγινὸ περβόλι Σου, βραγιές, ροδιές, κεράσια,
οἱ ἄδετες οἱ ἀμυγδαλιὲς καὶ τῶν μηλιῶν τὰ δάσα…
Δέξου με κεῖ ποὺ δέχεσαι καὶ τὸ πουλί, ποὺ μπαίνει
καὶ κελαηδεῖ τόσο γλυκά, στὴ σκιὰ τὴ βλογημένη…

Δὲ θέλω ἀπ᾿ ὅλους τοὺς καρπούς· μὰ ἐκειοὺς ποὺ ὡριμασμένοι
εἶν᾿ ἕτοιμοι νὰ πέσουνε κι ἀπ᾿ τὰ πουλιὰ ῾γγιγμένοι…
Καὶ νὰ ποτίσω τὴ βραγιὰ κηπάρης Σου· νὰ σκύψω
στὸ ῥυάκι, ὡσὰν τὸν κότσυφα, τὴν ὄψη μου νὰ νίψω·

κάτου ἀπὸ τ᾿ ἄσπρα Σου, Κυρά, ν᾿ ἀναπαυτῶ σταφύλια,
στὸ πεύκι ποὺ σοῦ ὑφάνανε τὰ πλήθια χαμομήλια, 30
Κῆπε ἀρχαγγέλων, π᾿ ἀλαφρὰ ξεφτέρουγα ἀνεμίζουν
τὶς ζωγραφιὲς ποὺ σβήσανε, γιὰ νὰ δροσολογίζουν!

(ἀπὸ τὸν Λυρικὸ Βίο, B´, Ἴκαρος 1966)

Ο Γεώργιος Γεμιστός (Κωνσταντινούπολη, 1355 – Μυστράς, 26 Ιουνίου 1452) ήταν Έλληνας φιλόσοφος και μελετητής της νεοπλατωνικής φιλοσοφίας που επέλεξε για τον εαυτό του το προσωνύμιο Πλήθων, ώστε να θυμίζει το όνομα Πλάτων. Υπήρξε μία από τις κορυφαίες πνευματικές μορφές των ύστερων βυζαντινών χρόνων, καθώς ήταν ένας από τους πρωτοπόρους της αναβίωσης του Πλατωνισμού στη δυτική Ευρώπη, παίζοντας σημαντικό ρόλο στην Αναγέννηση.

Επανεισήγαγε τις σκέψεις του Πλάτωνα στη δυτική Ευρώπη κατά τη διάρκεια της Συνόδου της Φλωρεντίας (1438-1439). Εκεί ο Πλήθων συνάντησε και επηρέασε τον Κόζιμο των Μεδίκων για να ιδρύσει μία νέα πλατωνική ακαδημία (Accademia Platonica), η οποία από το 1459, υπό τον ουμανιστή Μαρσίλιο Φιτσίνο, θα μετέφραζε στα λατινικά όλα τα έργα του Πλάτωνα, τις Ἐννεάδες του Πλωτίνου και διάφορα άλλα νεοπλατωνικά έργα που επί Χριστιανισμού είχαν πέσει στην αφάνεια, μπολιάζοντας με τις ιδέες τους την Αναγέννηση. Ο Πλήθων διακρίθηκε για την ελληνική αυτοσυνειδησία του, κι έγραψε χαρακτηριστικά: «Έλληνες εσμέν το γένος, ως η τε φωνή και η πάτριος παιδεία μαρτυρεί».

Ο Γεμιστός πρέπει να είχε ήδη διαμορφώσει σοβαρές επιφυλάξεις για το παρηκμασμένο πνευματικά και πολιτικά Βυζάντιο, ενώ απέρριψε τη χριστιανική θρησκεία. Διαμόρφωσε την άποψη ότι ο κρατικός οργανισμός του Βυζαντίου είναι βαθιά προβληματικός και πως μαζί με την αναποτελεσματική εκκλησιαστική διοίκηση, αποτελούσαν τις αιτίες για την αδυναμία της αυτοκρατορίας να αντιδράσει απέναντι στους Οθωμανούς που είχαν κυκλώσει τη βασιλεύουσα και με το νέο τους επιθετικό σουλτάνο Βαγιαζήτ Α’ άρχισαν να την πολιουρκούν το 1394.

Ο Πλήθων επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη και διατύπωσε δημόσια τις ιδέες του, αλλά προκάλεσαν μεγάλη αντίδραση. Κατηγορούμενος για παγανισμό και πολυθεΐα, φυγαδεύτηκε εσπευσμένα στο Μυστρά μετά το 1393, όταν έγινε στόχος εκκλησιαστικών κύκλων του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως που κυνήγησαν και σκότωσαν τον μαθητή του Ιουβενάλιο, και εγκαταστάθηκε με τη βοήθεια του φίλου του, αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγου, στο Δεσποτάτο του Μυστρά. Την Πελοπόννησο θεωρούσε πιο ασφαλή και πανάρχαιη δωρική κοιτίδα του Ελληνισμού, που ποτέ δεν έπαψε να κατοικείται από Έλληνες. Εκεί ανέλαβε κάποιο ανώτερο διοικητικό αξίωμα (magistratura), πιθανώς δικαστικό. Στο Μυστρά, χωρίς τη διαρκή απειλή της αυστηρής εκκλησιαστικής εξουσίας, μελέτησε περισσότερο Πλάτωνα, Πλωτίνο, Ιάμβλιχο, Πορφύριο και Πρόκλο και ολοκλήρωσε τις αντιλήψεις του. Ίδρυσε φιλοσοφική σχολή, δίδαξε και προσπάθησε να υλοποιήσει τις κοινωνικές του απόψεις. Μεταξύ των μαθητών του συγκαταλέγονται οι Βησσαρίων ο Τραπεζούντιος, Γεννάδιος Σχολάριος, Ιωάννης Αργυρόπουλος, Γεώργιος Ερμητιανός, Ισίδωρος του Κιέβου, Δημήτριος Χαλκοκονδύλης, Μιχαήλος Αποστόλης και ο τελευταίος ιστοριογράφος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας Λαόνικος Χαλκοκονδύλης. Οι δεσπότες του Δεσποτάτου, Θεόδωρος Α΄ Παλαιολόγος, Θεόδωρος Β΄ Παλαιολόγος και Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος, συχνά ζητούσαν την γνώμη του για διάφορα θέματα.

Σύγκρουση με τον Γεννάδιο και τελευταία χρόνια
Ο Πλήθων δεν είχε γράψει κανενα βιβλίο μέχρι το 1437. Γι’ αυτό, για την απόρριψη του χριστιανισμού, για την υποστήριξη του Πλάτωνα αντί του Αριστοτέλη κι άλλους λόγους κατηγορήθηκε από τον παλιό του μαθητή Γεώργιο Γεννάδιο, τον κατοπινό πρώτο Πατριάρχη επί Τουρκοκρατίας. Ο Γεννάδιος σημειώνει σε επιστολή του προς τη δέσποινα του Μυστρά Θεοδώρα «αυτός δε μηδέν ποτέ εις φιλοσοφίαν μέγα συγγραψάμενος». Η μομφή έφτασε στα αυτιά του Πλήθωνα και φαίνεται οτι τον πείραξε πολύ. Τότε, σε μεγάλη ηλικία συνέγραψε το μεγάλο του έργο Περί Νόμων Συγγραφή. Το έργο έγινε αφορμή για τη δημόσια αντιπαράθεση μέσω επιστολών με το Γεννάδιο που προκάλεσε αίσθηση στους πνευματικούς κύκλους της εποχής. Ο Γεώργιος Σχολάριος απάντησε με το « Υπέρ Αριστοτέλους αντιλήψεων», το οποίο ανταπαντήθηκε από τον Πλήθωνα με το έργο «Περί τας υπέρ Αριστοτέλους Γεωργίου του Σχολαρίου αντιλήψεις», γραμμένο το 1448. Θέση κατά του Πλήθωνα κι υπέρ του Αριστοτέλη έλαβαν δύο λόγιοι που ζούσαν στην Ιταλία, ο Γεώργιος Τραπεζούντιος κι ο Θεόδωρος Γαζής, ενώ τον Πλήθωνα υπερασπίστηκαν ο Βησσαρίων κι ο Μιχαήλος Αποστόλης.

Ένας Μενέλαος για τον Κωνσταντίνος ΙΑ΄ , τον τελευταίο Παλαιολόγο

ΠΑΤΡΟΚΛΟΣ ανδρείας και θάρρους

About Astrea

Writer columnist and blogger since 2008
This entry was posted in Ιστορία and tagged , . Bookmark the permalink.

Σχολιάστε