Λόγος του Νικίου


ΝΙΚΙΑΣ ΠΝ 1 16

Λόγος του Νικίου προς την εκκλησίαν του δήμου Αθηναίων κατά της εκστρατείας

«Η σημερινή συνέλευσις του λαού συνεκλήθη διά να εξετάση κατά τινα τρόπον πρέπει να γίνουν αι παρασκευαί μας διά την εκστρατείαν κατά της Σιικελίας. Αλλ’ εγώ νομίζω ότι οφείλομεν να διασκεφθώμεν ακόμη περί της ουσίας αυτού του ζητήματος, αν δηλαδή συμφέρη να γίνη η θαλασσία αυτή εκστρατεία, και ότι δεν πρέπει, προκειμένου περί σπουδαιοτάτης υποθέσεως, ν’ αναλάβωμεν, κατόπιν τόσον βραχείας σκέψεως, πόλεμον, ο οποίος δεν μας αφορά, παρασυρόμενοι από ανθρώπους αλλοφύλους. Μολονότι, δι’ εμέ τουλάχιστον, η εκστρατεία αυτή φέρει τιμήν και ολιγώτερον παντός άλλου φοβούμαι διά την ιδίαν μου ζωήν, το οποίον δεν σημαίνει ότι θεωρώ ολιγώτερον καλόν πολίτην εκείνον, ο οποίος προνοεί και περί του προσώπου του και περί της περιουσίας του, αφού ο τοιούτος είναι φυσικόν να θέλη, χάριν του ιδίου αυτού συμφέροντος, όπως και τα πράγματα της πόλεως ευδοκιμούν. Άλλωστε, ούτε εις το παρελθόν ωμίλησα ποτέ, παρά τας πεποιθήσεις μου, ένεκα των τιμών, αι οποίαι μου επεδαψιλεύοντο, ούτε τώρα θα είπω άλλο τι παρ’ ό,τι θεωρώ καλύτερον. Ως εκ της ιδιοσυγκρασίας σας, γνωρίζω καλώς ότι οι λόγοι μου δεν θα έφεραν κανέν αποτέλεσμα, εάν σας εσυμβούλευα να φροντίζετε περί της διατηρήσεως των κεκτημένων, και να μη διακινδυνεύσετε ό,τι έχετε ήδη εις χείρας χάριν των αδήλων και μελλόντων. Θα προσπαθήσω, εν τούτοις, να σας αποδείξω, ότι η σπουδή σας είναι άκαιρος και ότι δεν είναι εύκολον να επιτύχετε ό,τι επιδιώκετε.

10. «Ισχυρίζομαι δηλαδή ότι εκστρατεύοντες κατά της Σικελίας και αφίνοντες οπίσω σας πολλούς εχθρούς, επιθυμείτε, ως φαίνεται, πλέοντες εκεί να προσελκύσετε και άλλους τοιούτους εδώ. Και νομίζετε ίσως, ότι σας παρέχει ασφάλειαν τινα η συνομολογηθείσα ειρήνη. Αλλ’ αυτή, εάν μεν μένετε ήσυχοι, ημπορεί να είναι ειρήνη, κατ’ όνομα (διότι τοιαύτην την κατήντησαν αι ενέργειαι μερικών και εδώ και μεταξύ των αντιπάλων μας), εάν όμως υποστήτε αποφασιστικήν τινα ήτταν, οι εχθροί θα σπεύσουν να σας επιτεθούν, πρώτον μεν διότι την συνθήκην ηναγκάσθησαν ούτοι να συνομολογήσουν συνεπεία των ατυχιών των, και η υπογραφή της εκείνους μάλλον εξέθεσε παρά ημάς. Έπειτα, αυτή αύτη η συνθήκη περιέχει πολλά αμφισβητούμενα. Άλλωστε, μερικοί εκ των αντιπάλων μας, και όχι οι ασθενέστεροι, ούτε μέχρι σήμερον ακόμη εδέχθησαν την συνθήκην αυτήν, αλλ’ άλλοι μεν διατελούν εις φανερόν προς ημάς πόλεμον, άλλοι δε, τουναντίον, διότι οι Λακεδαιμόνιοι μένουν ακόμη ήσυχοι, απέχουν και αυτοί επίσης εχθροπραξιών, επί τη βάσει ανακωχής δυναμένης να τερματισθή δέκα ημέρας μετά την καταγγελίαν. Είναι, άλλωστε, ενδεχόμενον, εάν εύρισκαν την δύναμίν μας διηρημένην, προς το οποίον ήδη μετά τόσης σπουδής φερόμεθα, να επετίθεντο συντόνως εναντίον μας ομού μετά των Σικελιωτών, εις των οποίων την συμμαχίαν θα απέδιδαν μεγάλην αξίαν. Αυτά, επομένως, οφείλομεν προσηκόντως να εξετάσωμεν, και ενώ το σκάφος της πολιτείας είναι ακόμη μακράν του λιμένος, να μη σκεπτώμεθα περί αναλήψεως κινδύνων, και να μη ορεγώμεθα νέας κατακτήσεις, πριν εξασφαλίσωμεν τας υπάρχουσας, αφού και τους Χαλκιδείς της Θράκης, οι οποίοι έχουν αποστατήσει από ημάς επί τόσα έτη, ακόμη δεν υπετάξαμεν, και άλλων εκ των επί της στερεάς υπηκόων μας η υπακοή είναι αμφίβολος. Αλλ’ ημείς σπεύδομεν να βοηθήσωμεν τους Εγεσταίους, διότι είναι τάχα σύμμαχοί μας και αδικούνται, αναβάλλομεν όμως να εκδικηθώμεν τα εναντίον μας αδικήματα των υπηκόων μας, οι οποίοι από τόσον καιρόν έχουν αποστατήσει από ημάς.

11. «Μολονότι άπαξ υποτάξαντες τούτους θα ηδυνάμεθα να συγκρατήσωμεν εκείνους, εάν νικήσωμεν τους Σικελιώτας αδύνατον είναι να κρατήσωμεν αυτούς υπό την εξουσίαν μας, ένεκα της μεγάλης αποστάσεως και του μεγάλου των πλήθους. Είναι, έν τούτοις, ανόητον να εκστρατεύη κανείς εναντίον λαού, τον οποίου η ήττα δεν εξασφαλίζει την υποταγήν, και ενώ η αποτυχία δεν αφίνει αυτόν εις την ιδίαν θέσιν που ευρίσκετο προ της επιχειρήσεως. Αποβλέπων εις την παρούσαν κατάστασιν των πραγμάτων της Σικελίας, τολμώ να είπω ότι οι Σικελιώται θα ήσαν ακόμη ολιγώτερον επικίνδυνοι δι’ ημάς, εάν υποβάλλοντο υπό την ηγεμονίαν των Συρακουσίων, με την άποψιν της οποίας οι Εγεσταίοι ζητούν κυρίως να μας εκφοβίσουν. Διότι σήμερον μεν είναι ενδεχόμενον να έλθουν εκείθεν μεμονωμένα άτομα εναντίον μας, εκ της επιθυμίας να υποχρεώσουν τους Λακεδαιμονίους, αλλ’ εάν όλοι οι Σικελιώται υπεβάλλοντο υπό την ηγεμονίαν μιας πόλεως, δεν είναι πιθανόν τοιαύτη ηγεμονεύουσα πόλις ν’ αναλάβη πόλεμον κατ’ άλλης επίσης ηγεμονευούσης πόλεως. Διότι καθ’ ον τρόπον αυτή, συνεργαζόμενη μετά των Πελοποννησίων, ήθελε θέσει τέρμα εις την ηγεμονίαν μας, είναι φυσικόν να καταλυθή και η ιδική της υπό των ιδίων Πελοποννησίων διά της χρησιμοποιήσεως των αυτών μέσων. Εάν δε θέλωμεν να μας φοβούνται οι Έλληνες της Σικελίας, το καλλίτερον που έχομεν να κάνωμεν είναι να μη μεταβώμεν εκεί. Ημπορούμεν να επιτύχωμεν το αυτό, μολονότι εις μικρότερον βαθμόν, εάν αφού τους επιδείξωμεν την δύναμιν μας, αποσυρθώμεν μετά βραχείαν εκεί παραμονήν. Διότι γνωρίζομεν πάντες ότι οι ανθρώποι θαυμάζουν ό,τι ευρίσκεται εις μεγαλυτέραν απ’ αυτών απόστασιν και εκείνα, τα οποία δίδουν ελαχίστην ευκαιρίαν, όπως ή περί αυτών φήμη υποβληθή εις δοκιμασίαν. Αλλ’ εάν υφιστάμεθα αποτυχίαν τινά, θα μας περιεφρόνουν και δεν θα εβράδυναν να μας επιτεθούν, συνεργαζόμενοι με τους εδώ εχθρούς μας. Τούτο ακριβώς έχετε πάθει και σεις, ώ Αθηναίοι, με τους Λακεδαιμονίους και τους συμμάχους των. Επειδή, αντιθέτως προς τους αρχικούς φόβους σας, τους ενικήσατε απροσδοκήτως, καταφρονείτε ήδη αυτούς και επιδιώκετε την κατάκτησιν και της Σικελίας ακόμη. Δεν πρέπει όμως να επαίρεσθε διά τας ατυχίας των αντιπάλων, αλλά την εμπιστοσύνην σας να στηρίζετε μόνον εις την διά της υπεροχής των σχεδίων και υπολογισμών σας επικράτησιν απέναντι αυτών. Και πρέπει να εννοήσετε ότι οι Λακεδαιμόνιοι, ένεκα της ταπεινωτικής δι’ αυτούς ειρήνης, εις εν και μόνον αποβλέπουν: πώς ακόμη και τώρα, αν ημπορέσουν, θα μας ανατρέψουν, διά να αποπλύνουν την ιδίαν αυτών ταπείνωσιν, τοσούτω μάλλον καθόσον ανέκαθεν και υπέρ πάν άλλο θηρεύουν την φήμην της ανδρείας. Οφείλομεν, ως εκ τούτου, εάν σωφρονούμεν, να εννοήσωμεν ότι εκείνο που μας ενδιαφέρει δεν είναι η τύχη των Εγεσταίων της Σικελίας, λαού βαρβάρου, αλλά πώς ασφαλέστερον θα προφυλαχθώμεν από τας επιβουλάς πόλεως, εμπνεομένης από ολιγαρχικάς προθέσεις.

12. «Οφείλομεν, προς τούτοις, να μη λησμονούμεν, ότι προ μικρού ανελάβαμεν οπωσδήποτε από μεγάλην επιδημίαν και πόλεμον, και ως εκ τούτου μόλις τώρα αναπληρώνομεν τας εις χρήματα και άνδρας απωλείας μας. Τους πόρους μας τούτους καθήκον έχομεν να χρησιμοποιήσωμεν εδώ υπέρ των αναγκών ημών και όχι υπέρ των φυγάδων τούτων, οι οποίοι εκλιπαρούν την βοήθειάν μας, οι οποίοι συμφέρον έχουν να ψευσθούν επιτυχώς και οι οποίοι, εάν μεν επιτύχουν εις βάρος των άλλων, χωρίς αυτοί να συνεισφέρουν άλλο τι παρά λόγια, δεν επιδεικνύουν ανάλογον ευγνωμοσύνην, ενώ εάν αποτύχουν, παρασύρουν τους φίλους των εις την καταστροφήν. Εάν πάλιν κανείς ευτυχής, διότι εξελέχθη στρατηγός, συνιστά την εκστρατείαν, αποβλέπων μόνον εις το ίδιον αυτού συμφέρον (άλλωστε ων και πάρα πολύ νέος διά να είναι αρχηγός), διά να θαυμασθή διά τους ίππους που τρέφει και ωφεληθή κάτι από την αρχηγίαν του, όπως επαρκέση εις την πολυτέλειάν του, μήτε εις αυτόν δώσατε την ευκαιρίαν να επιδειχθή προσωπικώς με κίνδυνον της πόλεως. Οφείλετε να έχετε υπ’ όψιν ότι τοιούτοι ανθρώποι ζημιώνουν τα δημόσια και σπαταλούν τα ίδια, και ότι το πράγμα είναι πάρα πολύ σοβαρόν και όχι τοιούτον ώστε να ημπορή να σχεδιασθή και επιχειρηθή εσπευσμένως υπό νεωτέρων.

13. «Τούτους βλέπων τώρα παριστάμενους εδώ, κατά παρακίνησιν του ιδίου ανθρώπου, φοβούμαι και παρακινώ αντιθέτως τους πρεσβυτέρους, όσοι τυχόν κάθηνται πλησίον τινός εαυτών να μη επηρεασθούν από ψευδές αίσθημα εντροπής και φοβηθούν μήπως θεωρηθούν δειλοί, εάν δεν ψηφίσουν υπέρ του πολέμου. Μήτε να καταληφθούν, όπως ημπορούν να το πάθουν, από νοσηρόν έρωτα, διά πράγματα που δεν βλέπουν, διότι γνωρίζουν ότι διά της απληστίας ελάχιστα επιτυγχάνονται, ενώ διά της προνοίας πλείστα. Εν ονόματι της πατρίδος, η οποία εις το παρελθόν ουδέποτε διέτρεξε μεγαλύτερον κίνδυνον, ας αποκρούσουν τον πόλεμον και ας ψηφίσουν, όπως οι μεν Σικελιώται, σεβόμενοι τα μεταξύ ημών και αυτών σημερινά σύνορα, κατά των οποίων τίποτε δεν ημπορεί κανείς να προβάλη, τον Ιόνιον δηλαδή κόλπον, διά τον πλέοντα παρά την ακτήν, και την Σικελικήν θάλασσαν, διά τον πλέοντα διά του ανοικτού πελάγους, και διακηρούντες τας κτήσεις των, διευθετούν τας διαφοράς των αναμεταξύ των. Προς τους Εγεσταίους, εξ άλλου, ιδιαιτέρως να είπωμεν ότι, αφού τον προς τους Σελινουντίους πόλεμον ανέλαβαν, κατ’ αρχάς, άνευ της γνώμης των Αθηναίων οφείλουν και μόνοι των να τον τερματίσουν. Και του λοιπού να παραιτήσωμεν την συνήθειαν να κάμωμεν συμμάχους, τους οποίους οφείλομεν να βοηθώμεν, εάν ατυχήσουν, αλλ’ από τους οποίους καμμίαν δεν θα λάβωμεν βοήθειαν εν ώρα ανάγκης.

14. «Και συ, Πρύτανη, εάν νομίζης ότι καθήκον έχεις να κήδεσαι της πόλεως, και θέλης να δειχθής αληθής καλός πολίτης, υπόβαλε πάλιν το ζήτημα εις νέαν συζήτησιν και ψηφοφορίαν του Αθηναϊκού λαού. Εάν διστάζης να επανέλθης εις τα άπαξ ψηφισθέντα, σκέψου ότι επί παρουσία τόσων μαρτύρων δεν ημπορεί να γεννηθή ζήτημα παραβιάσεως των νόμων, αλλ’ ότι θα γίνης ιατρός της πόλεως, εν σχέσει προς την ληφθείσαν υπ’ αυτής απόφασιν, και ότι καλού άρχοντος καθήκον είναι να ωφελήση όσον ημπορεί περισσότερον την πατρίδα του, ή τουλάχιστον να μη την βλάψη εκουσίως».

15. Τοιαύτα είπεν ο Νικίας. Οι πλείστοι εκ των Αθηναίων, οι οποίοι επροχώρησαν εις το βήμα και έλαβαν τον λόγον, ωμίλησαν υπέρ της εκστρατείας και κατά της ανατροπής των αποφασισθέντων, τινές όμως ωμίλησαν αντιθέτως. Αλλά μετά μεγίστης ζέσεως εξώθει εις την εκστρατείαν ο Αλκιβιάδης, υιός του Κλεινίου, και διότι ήθελε ν’ αντιπολιτευθή τον Νικίαν, του οποίου και άλλως ήτο πολιτικός αντίπαλος, και διότι όντος ωμίλησε περί αυτού υβριστικώς. Προ πάντων όμως, διότι επεθύμει ν’ ασκήση την αρχηγίαν, ελπίζων ούτω και την Σικελίαν να κατακτήση και την Καρχηδόνα, και συγχρόνως διά των πολεμικών του επιτυχιών να εξυπηρετήση τα προσωπικά του συμφέροντα, αποκτών και πλούτη και δόξαν. Πράγματι, κατέχων υπέροχον θέσιν μεταξύ των πολιτών, επεδίδετο εις ικανοποίησιν των επιθυμιών του, εν σχέσει προς τας ιπποτροφίας και την άλλην πολυτέλειαν, υπεράνω των μέσων, τα οποία διέθετε, και τούτο προ πάντων έγινε βραδύτερον αιτία της καταστροφής της πόλεως. Διότι φοβηθέντες οι πολλοί τας υπερβολάς του εκδεδιητημένου και ακολάστου βίου του, καθώς και την μεγαλοπραγμοσύνην, την οποίαν επεδείκνυε εις το κάθε τι που ανεμιγνύετο, διετέθησαν εχθρικώς κατ’ αυτού, καθόσον τον υπώπτευαν ως επιδιώκοντα τυραννίδα. Και μολονότι διεχειρίζετο δημοσία άριστα τα του πολέμου, έκαστος ηγανάκτει κατ’ αυτού προσωπικώς, ένεκα του τρόπου του βίου του, και ως εκ τούτου, εμπιστευθέντες τα της πόλεως εις άλλους, έφεραν αυτήν μετ’ ολίγον εις την καταστροφήν. Και ήδη προχωρήσας εις το βήμα, απηύθυνε προς τους Αθηναίους τον επόμενον περίπου παραινετικόν λόγον.

ΠΗΓΗ

About iparea

Ας κρατήσουν οι χοροί και θα βρούμε αλλιώτικα στέκια επαρχιώτικα βρε ώσπου η σύναξις αυτή σαν χωριό αυτόνομο να ξεδιπλωθεί Mέχρι τα ουράνια σώματα με πομπούς και με κεραίες φτιάχνουν οι Έλληνες κυκλώματα κι ιστορία οι παρέες
This entry was posted in Ιστορία, Πολιτική and tagged , . Bookmark the permalink.

Σχολιάστε